Β΄ ΑΝΤΑΠΟΚΡΙΣΗ – ΛΥΚΙΑ
κείμενο/φωτογραφίες: Κωνσταντίνος Μητσάκης
«…Μετά
την κατάληψη της Αλικαρνασσού το 334 π. Χ, ακολούθησε η υποταγή της Λυκίας, της
Παμφυλίας και της Πισιδίας. Στη Λυκία όλες οι πόλεις (Τελμησσός, Πίναρα,
Ξάνθος, Πάταρα και άλλες τριάντα) παραδόθηκαν στον Μέγα Αλέξανδρο χωρίς καμία
αντίσταση -τέτοιος ήταν ο φόβος που είχαν προκαλέσει οι επιτυχίες του Έλληνα
στρατηλάτη… Ο Μέγας Αλέξανδρος δεν παρέλειψε να ενισχύσει τις ελληνικές πόλεις
αυτών των περιοχών… Έχοντας υποτάξει
το σύνολο της Λυκίας, την άνοιξη του 333 π.Χ. ο
Μέγας Αλέξανδρος κινήθηκε από τις νότιες ακτές της Μικράς Ασίας προς το
εσωτερικό της, και συγκεκριμένα προς το οροπέδιο της Ανατολίας…». (Επαμ.
Βρανόπουλος “Στα χνάρια του Μεγάλου
Αλεξάνδρου”, εκδ. TSALLIS)
Αφού αποχαιρέτησα τα τιμημένα χώματα της
αρχαίας Ιωνίας, συνέχισα την περιπλάνησή μου στην μικρασιατική γη, ακολουθώντας
πιστά την ιστορική διαδρομή του Μεγάλου Αλέξανδρου.
Έτσι, οδηγώντας το μαύρο Honda Supra 125, βρέθηκα να οδοιπορώ κατά
μήκος της νοτιοδυτικής τουρκικής ακτογραμμής, στην περιοχή της αρχαίας
Λυκίας.
Αρχαιολογικοί
χώροι όπως η Τελμησσός, η Ξάνθος, τα Πάταρα και τα Μύρα (τέσσερεις μόλις αρχαίες
πόλεις από τις τριάντα επτά που υπέταξε ο Μέγας Αλέξανδρος στη Λυκία) θα
αποτελούσαν τους ενδιάμεσους ιστορικούς σταθμούς μου ως το κοσμοπολίτικο
θέρετρο της Αττάλειας, ενώ οι παραθαλάσσιες τουριστικές πόλεις Fethiye και Kas θα μου πρόσφεραν φιλοξενία καθοδόν.
Σ’ όλη την διάρκεια της δίτροχης
περιπλάνησής μου στα νοτιοδυτικά της Μικρασίας, είχα για συντροφιά έναν φιδίσιο
-αλλά κάθε άλλο παρά μονότονο- οδικό άξονα, που μου χάρισε μια συναρπαστική
εναλλαγή τοπίων και εικόνων.
Με τη γνώριμη μεσογειακή χλωρίδα να αποτελεί
το πρωταγωνιστικό φυσικό σκηνικό της διαδρομής, άλλοτε ακολουθούσα την
καταγάλανη δαντελωτή ακτογραμμή του Αιγαίου, όπου η θαλασσινή αύρα χάιδευε
απαλά το πρόσωπό μου, και άλλοτε χανόμουν μέσα στις κατάφυτες βουνοπλαγιές της
ενδοχώρας.
Η
γνωριμία με τους ιστορικούς θησαυρούς της αρχαίας Λυκίας ξεκίνησε από την
Τελμησσό, την μεγαλύτερη πόλη της Λυκίας,
που σύμφωνα με την μυθολογία πήρε το όνομά της από τον
Τελμισσό (γιο του θεού Απόλλωνα). Στην Τελμησσός υπήρχε ένα μαντείο
αφιερωμένο στον Απόλλωνα, απ’ όπου πήραν χρησμό, μεταξύ άλλων, ο Λύδος βασιλιάς
Κροίσος και ο Μέγας Αλέξανδρος.
Δυστυχώς, στα όρια της αρχαίας πόλης απλώνεται
σήμερα η πόλη Fethiye, με αποτέλεσμα, ελάχιστα μνημεία
εκείνης της εποχής να έχουν διασωθεί. Πάνω από τα τελευταία σπίτια της πόλης,
στην κάθετη πλαγιά ενός μεγάλου λόφου, δέσποζε ο λαξευμένος μεγαλοπρεπής τάφος του βασιλιά Αμύντα, που ξεχώριζε ανάμεσα
σε μικρότερους άλλους τάφους. Κτισμένος τον 4ο π. Χ. αιώνα, είχε
πρόσοψη ελληνικού ναού (με δύο ιωνικούς κίονες να στηρίζουν το αέτωμα του μνημείου)
και ήταν ορατός από το κέντρο της πόλης.
Η Ξάνθος και τα Πάταρα ήταν δυο κοντινοί
αρχαιολογικοί χώροι που είδαν το μαύρο Supra να παρκάρει στην είσοδό τους. Από το 1988 στην λίστα
των Μνημείων της Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO, ο αρχαιολογικός χώρος της Ξάνθου μού διηγήθηκε την
ιστορία μιας από τις σπουδαιότερες πόλεις της Λυκίας κατά την αρχαιότητα.
Το καλοδιατηρημένο Θέατρο της πόλης (ήταν
της ρωμαϊκής περιόδου και είχε αντικαταστήσει το προγενέστερο ελληνιστικό, τ’
οποίο καταστράφηκε από σεισμό), τα ερείπια κατοικιών και δημοσίων κτιρίων, οι ιδιότυποι
υπερυψωμένοι τάφοι (όπως ο Τάφος των Αρπυιών, του 5ου π. Χ. αιώνα) και
οι τεράστιοι σαρκοφάγοι, με υποχρέωσε να «αιχμαλωτίσω» με αμέτρητα φωτογραφικά
κλικ τις εναπομείναντες μνημειακές μαρτυρίες του ιστορικού χώρου της Ξάνθους,
που απλωνόταν στα περίχωρα της κωμόπολης Kinik.
Τα Πάταρα
με καρτερούσαν μόλις 10 χλμ. μακριά από την Ξάνθο. Κτισμένα μεταξύ των εκβολών
του ποταμού Ξάνθου και του όρμου
Αντιφέλλου, τα Πάταρα ήταν μια από τις έξι μεγαλύτερες πόλεις της Λυκίας και
ένα από τα σημαντικότερα λιμάνια της Μικράς Ασίας. Επρόκειτο ουσιαστικά για το
λιμάνι-επίνειο της Ξάνθου. Εδώ είχε αποβιβαστεί κατά τη διάρκεια της
τρίτης περιοδείας του ο Απόστολος Παύλος μαζί με τον Ευαγγελιστή Λουκά.
Οι
εργασίες ανασκαφής και αναστήλωσης των αρχαιοτήτων των Πατάρων ξεκίνησαν πριν
από λίγες δεκαετίες, καθώς η αρχαία πόλη βρισκόταν μέσα στις ελώδεις εκτάσεις
του δέλτα του ποταμού Ξάνθου. Το Κοινοβούλιο του Κοινού των Λυκίων, η Αγορά και
το ρωμαϊκό Θέατρο ήταν πλέον επισκέψιμα και μου πρόσφεραν μια αντιπροσωπευτική
εικόνα της γενέτειρας του Αγίου Νικολάου.
Τελευταία
στάση του αρχαιοελληνικού οδοιπορικού τα Μύρα της Λυκίας (η σημερινή κωμόπολη
Demre), η πόλη όπου έζησε και λειτούργησε ως Επίσκοπος ο Άγιος Νικόλαος. Το
ρωμαϊκό αμφιθέατρο και οι παρακείμενοι λαξευτοί λυκιακοί τάφοι, συγκαταλέγονταν
στα σημαντικότερα μνημεία του χώρου και μαρτυρούν την σημασία της πόλης κατά
την αρχαιότητα.
Φτάνοντας στην κοσμοπολίτικη Αττάλεια,
το αρχαιοελληνικό οδοιπορικό στα-
ποτισμένα εδώ και δεκάδες αιώνες με αίμα και ιδρώτα ελληνικό-
μικρασιατικά παράλια, άγγιξε ουσιαστικά το τέλος του. Μετά από μια διήμερη
γνωριμία με το τουριστικό θέρετρο της Νότιας Τουρκίας, το μαύρο Supra θα με οδηγούσε και πάλι (μέσω της
εσωτερικής διαδρομής Denizli-Aydin-Izmir) στο λιμάνι Cesme, απέναντι από τις ακτές της Χίου.
Ωστόσο, τα χιλιόμετρα του γυρισμού ως την αιγαιοπελαγίτικη ακτογραμμή,
μοιραία εξελίχθηκαν σε μια διαδικασία απολογισμού και αρχειοθέτησης των
πεπραγμένων του ταξιδιού στην αρχαία Ιωνία και Λυκία. Όλες τις προηγούμενες μέρες, οδοιπορώντας σ’ αυτόν τον πανέμορφο τόπο, πέρασα
τις πύλες μυθικών πόλεων της αρχαιότητας, άγγιξα λαμπρά μνημεία πολιτισμού, διάβασα αρχαιοελληνικές
επιγραφές…. Ναι, εδώ όντως ένιωσα συγκίνηση και περηφάνια που στην τσέπη μου
είχα ελληνικό διαβατήριο.
Αισθάνθηκα όμως και πίκρα, όλες τούτες τις μέρες.
Γιατί στην επαφή μου με τους σημερινούς κατοίκους της Μικρασίας γνώρισα έναν
φιλικό λαό, ο οποίος, δυστυχώς δεν έχει συνειδητοποιήσει το μέγεθος της πολιτισμικής
προσφοράς της μικρασιατικής γης και συνεχίζει
να πορεύεται μέσα στον χρόνο με δανεική ιστορική ταυτότητα…
φωτογραφίες:
//////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////////
0 σχόλια: