BUENOS AYRES – NEW YORK
Όταν εκείνο το χειμωνιάτικο πρωινό
εγκατέλειπα το ηλιόλουστο Μπουένος Άιρες και ξεκινούσα την παναμερικανική
διαδρομή μου με προορισμό την Νέα Υόρκη, προσπαθούσα να πείσω τον εαυτό μου ότι
όλα θα πάνε καλά και πως με κανέναν τρόπο δεν πρέπει να αφήσω το άγχος να
καταστρέψει την ομορφιά του ταξιδιού. Εδώ που τα λέμε, όταν έχεις να διασχίσεις
απ’ άκρη σε άκρη όλη την αμερικανική ήπειρο, είναι να μην έχεις και λίγο άγχος?
Ήξερα πάντως πως το καλύτερο αγχολυτικό φάρμακο είναι ο χρόνος και τα χιλιόμετρα.
Όσο θα περνούσαν οι μέρες και θα έμπαινα πιο βαθειά μέσα στο ταξίδι, τόσο λιγότερη
θα ένιωθα την πίεση του άγχους.
Κοντά στο τέλος της πρώτης μέρας είχα φτάσει
στην πόλη Cordoba,
περίπου 700 χλμ. βόρεια του Μπουένος Άιρες. Εύκολα σχετικά χιλιόμετρα, μέσα από
επίπεδες εκτάσεις (τις γνωστές πάμπες) και αραιοκατοικημένες περιοχές. Στην
Αργεντινή είχα να διασχίσω συνολικά 1.940 χλμ. με κατεύθυνση τον γεωγραφικό βορά
της χώρας. Μιλάμε για μια πορεία κυριολεκτικά «ανηφορική», αφού ξεκινώντας από
το επίπεδο της θάλασσας, θα έφτανα στα σύνορα της Βολιβίας, σε υψόμετρο 3.650
μ. Και μετά τα σύνορα, θα ανέβαινα κι άλλο…
Το θέμα των ημερών εδώ στην Αργεντινή (αλλά
και σε όλο τον κόσμο) ήταν το Μουντιάλ. Μπορεί η ελληνική Εθνική ομάδα
ποδοσφαίρου να αποκλείστηκε από τους «8» του Μουντιάλ από την Κόστα Ρίκα, τα
λόγια συμπάθειας και παρηγοριάς που άκουσα εδώ στην “ποδοσφαιρομάνα” Αργεντινή
με εξέπληξαν. Η ελληνική σημαία που κοσμούσε το κράνος μου δήλωνε από μακριά
την εθνική μου καταγωγή, με αποτέλεσμα, όπου καθόμουν για καφέ ή φαγητό, όλοι
οι ποδοσφαιρόφιλοι μαζεύονται γύρω μου και στήναμε ένα μικρό αθλητικό πηγαδάκι.
Αξέχαστη θα μου μείνει η περίπτωση ενός νεαρού
πρατηριούχου στην πόλη Salta
που με κέρασε την βενζίνη, ως παρηγοριά για τον άδικο αποκλεισμό της ελληνικής
ομάδας. Σύμφωνα πάντως με τα δικά μου γκάλοπ, η συντριπτική πλειοψηφία των
Αργεντινών δεν πιστεύει πως η ομάδα τους θα πάρει το παγκόσμιο κύπελλο. Ένας
κούκος (ο Μέσι) δεν φέρνει την άνοιξη, έλεγαν χαριτολογώντας…
Μετά την πόλη San Miguel de Tucuman, οι πάμπες παραχώρησαν
την θέση τους σ’ ένα λοφώδες τοπίο, που ανέλαβε να με συντροφεύσει μέχρι
περίπου την πόλη San
Sebastian
de
Jujuy.
Παράλληλα, ο δριμύς χειμώνας του νοτίου ημισφαιρίου με καλωσόρισε στην βόρεια
Αργεντινή μ’ ένα διαβολεμένο κρύο που είχε καθηλώσει τον υδράργυρο σε μονοψήφια
νούμερα κοντά στο μηδέν. Για τις επόμενες μέρες χρειάστηκε να επιστρατεύσω όλα
τα όπλα που διέθετα προκειμένου να αντιμετωπίσω το τσουχτερό κρύο: γάντια,
κουκούλα, ισοθερμικά, κονιάκ, ξηρούς καρπούς…
Η
εισαγωγή στο άγονο και απόκοσμο τοπίο των υψιπέδων της Βολιβίας ξεκίνησε αμέσως
μετά την πόλη San
Sebastian
de
Jujuy.
Ο δρόμος άρχισε σταδιακά να σκαρφαλώνει πάνω σε γυμνές βουνοπλαγιές, το
υψομετρικό όργανο έπιασε «δουλειά»
δείχνοντας συνεχώς πάνω από τα 3.000 μ. και η κάρτα της φωτογραφικής μηχανής
«γέμιζε» αποκλειστικά με ορεινά στιγμιότυπα.
Στα σύνορα της Βολιβίας έφτασα τρεις μέρες
αφότου είχα αποχαιρετήσει την αργεντίνικη πρωτεύουσα. Οι σύντομες συνοριακές
διατυπώσεις μου άνοιξαν την πόρτα στην επόμενη χώρα του διηπειρωτικού
οδοιπορικού, ενώ μια γρήγορη ματιά στον χάρτη μού υπενθύμισε ότι η κόκκινη
γραμμή που ένωνε τα σύνορα (Villazon)
με την πρωτεύουσα La
Paz
είχε
μήκος περίπου 970 χλμ. και περνούσε από τις πόλεις Potosi, Challapata και
Oruro.
Όλη η πορεία μου στο έδαφος της Βολιβίας
«έτρεχε» πάνω στην οροσειρά των Άνδεων, ενώ υψομετρικά οδηγούσα συνεχώς πάνω από
τα 3.700 μ. Το ψηλότερο σημείο της διαδρομής ήταν η πόλη Potosi, που είναι κτισμένη στα 4.070 μ. Προβλήματα
στην λειτουργία της μοτοσυκλέτας λόγω του υψομέτρου δεν υπήρχαν, όμως, η μερική
έλλειψη οξυγόνου προκαλούσε αναπνευστική δυσφορία, μυϊκή ατονία και
πονοκεφάλους στον οδηγό της.
Βολιβία λοιπόν, άλλος κόσμος. Ινδιάνικες οι φυσιογνωμίες
των ντόπιων, με ηλιοκαμένα και ρυτιδιασμένα πρόσωπα, καλοσύνη, χαμόγελα, φτώχεια,
αξιοπρέπεια και καρτερικότητα. Ταπεινά και εξαθλιωμένα τα χωριά, με
πλινθόκτιστες κατοικίες δίχως υποδομές και μέλλον. Άγονος και άνυδρος ο τόπος,
δεν είχε τίποτα να προσφέρει για να θρέψει τους ανθρώπους του.
Από την προκαθορισμένη πορεία μου ήταν
αδύνατον να μην κάνω και μια μικρή παράκαμψη 240 χωμάτινων χιλιομέτρων (δυτικά
του κεντρικού οδικού άξονα) για να επισκεφθώ την περιοχή της αλμυρής λίμνης Uyuni. Πρόκειται για την ψηλότερη αλμυρή
λίμνη στον κόσμο (3.850 μ.) και το σουρεαλιστικό θέαμα της πάλλευκης λίμνης
άξιζε αναμφίβολα την ταλαιπωρία της χωμάτινης παράκαμψης και τις δυο μέρες που
θυσίασα από το χρονοδιάγραμμα της Βολιβίας.
Στο κοντινό χωριό Uyuni που διανυκτέρευσα, εντελώς τυχαία
συνάντησα κι ένα γκρουπ 4 Ελλήνων τουριστών που είχαν έρθει οδικώς από την La Paz για να δουν την αλμυρή λίμνη Uyuni. Φανταστείτε την έκπληξή τους όταν
αντίκρισαν στην ασπρόμαυρη ΚΤΜ τα αυτοκόλλητα του Newsbast και συνειδητοποίησαν
ότι η μοτοσυκλέτα μπροστά τους ήταν εκείνη για την οποία μέρες νωρίτερα
διάβαζαν στην ιστοσελίδα για το επικείμενο ταξίδι της στην αμερικανική ήπειρο.
Το ελληνικό γλέντι που οργανώσαμε το ίδιο βράδυ στο μικρό ξενοδοχείο σίγουρα θα
το θυμούνται οι ντόπιοι για χρόνια…
Στην πρωτεύουσα La Paz έβαλα ρόδα την 7η μέρα
του ταξιδιού, έχοντας καταγράψει στο κοντέρ της μοτοσυκλέτας τα πρώτα 2.910
χλμ. Αντιμετωπίζοντας σοβαρό προβλήματα
προσανατολισμού, λόγω κάποιας δυσλειτουργίας του GPS, ταλαιπωρήθηκα αρκετά μέχρι να φτάσω
στο τελικό μου προορισμό, κάπου στο κέντρο της πόλης. Έστω κι έτσι όμως, το
πρώτο ετάπ (Buenos
Ayres
– La
Paz)
του νοτιοαμερικανικού σκέλους είχε
ολοκληρωθεί…
0 σχόλια: