BIG IN JAPAN

By | Δευτέρα, Ιουνίου 17, 2013 Leave a Comment
    
                   
                                                      ΙΑΠΩΝΙΑ, του Κωνσταντίνου Μητσάκη


  
 Όταν μετά από 40 ημέρες ταξιδιού φτάνεις στο Βλαδιβοστόκ, στο τέλος του Υπερσιβηρικού, έχεις δυο λύσεις για να επιστρέψεις πίσω στην Ελλάδα: ή γυρνάς πίσω από τον ίδιο δρόμο ξανακάνοντας 12.500 σιβηρικά χιλιόμετρα ή παίρνεις το πλοίο και πας στην κοντινή Ιαπωνία. Κατόπιν ωρίμου σκέψεως επέλεξα να φάω σούσι και ρύζι.   
 

    
 Η αλήθεια είναι πως για την Ιαπωνία δεν γνώριζα πολλά πράγματα. Ό’τι θυμόμουν από τα σχολικά βιβλία! Εκτός από τη θέση της στον παγκόσμιο χάρτη, ήξερα πως η «Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου» είναι ένα σύμπλεγμα ηφαιστειογενών νησιών στην Άπω Ανατολή, που συχνά δοκιμάζεται από ισχυρούς σεισμούς και σαρώνεται από τροπικούς κυκλώνες. Θυμόμουν κάποιες λίγες πόλεις (Τόκυο, Οσάκα, Κιότο, Γιοκοχάμα), ενώ οι λέξεις «σαμουράι», «καμικάζι» και «σούσι» δεν μου ήταν έννοιες άγνωστες! Στη διάρκεια του Β΄ Παγκοσμίου πολέμου, οι καλοί Αμερικανοί είχαν ρίξει στο έδαφος της Ιαπωνίας δυο ατομικές βόμβες, ενώ άσπονδοι εχθροί των Ιαπώνων –εδώ και αιώνες– είναι οι Κινέζοι. Γνώσεις γενικές και περιορισμένες δηλαδή, για τη γεωπολιτική και ιστορική ταυτότητα της χώρας που σύντομα θα σφράγιζε το τέλος του διηπειρωτικού μου ταξιδιού.
   Αυτός ήταν άλλωστε ο λόγος που στη διάρκεια του ατμοπλοϊκού μου ταξιδιού από το Βλαδιβοστόκ στην Ιαπωνία είχα «πέσει» με τα μούτρα στο διάβασμα. Μπας και μπορέσω να πλουτίσω λίγο τις γνώσεις μου για την μακρινή Ιαπωνία, που τις τελευταίες δεκαετίες έχει πετύχει ένα απίστευτο οικονομικό θαύμα …

Η ΠΟΛΗ ΤΩΝ ΑΥΤΟΚΡΑΤΟΡΩΝ  
       
   Ιαπωνία λοιπόν! Καθώς το ρωσικό σαπιοκάραβο –γιατί περί σκυλοπνίχτη επρόκειτο– έριχνε άγκυρα στο λιμάνι Toyama-Fushiki της Δυτικής Ιαπωνίας μετά από 36 ώρες ταξιδιού, ένα νέο κεφάλαιο ξεκινούσε στο δικό μου «ημερολόγιο καταστρώματος», με τον σελιδοδείκτη να αριθμεί την 45η ημέρα του ταξιδιού. Όμως, το «κουβάρι του χρόνου» που είχε συρρικνωθεί δραματικά, με υποχρέωσε να επανακαθορίσω τα ταξιδιωτικά μου πλάνα  και να αρκεστώ σε μια αρκετά πιο σύντομη δίτροχη περιπλάνηση στην Ιαπωνία. Μόλις 810 km διαδρομής στους άψογους δρόμους της χώρας και γνωριμία με δυο μεγάλα αστικά κέντρα (Κιότο, Τόκυο) θα αποτελούσαν τελικά τα ταξιδιωτικά λάφυρα από την απόβασή μου στην μακρινή Ιαπωνία!  

  
   Η απόβαση στην «Χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου» είχε όμως και το τίμημά της, οικονομικό φυσικά! Το γραφειοκρατικό καλωσόρισμα της μοτοσυκλέτας κόστισε στην ήδη επιβαρυμένη τσέπη μου περί τα 370$, ποσό που πλήρωσα για τον εκτελωνισμό και την ασφαλιστική κάλυψη της μοτοσυκλέτας. Με είχαν προειδοποιήσει άλλωστε, πως η Ιαπωνία είναι μια πολύ ακριβή –για τα ελληνικά ιδίως δεδομένα– χώρα, πράγμα που το διαπίστωνα από την πρώτη κιόλας στιγμή! Ωστόσο, το ίδιο περίπου ποσό είχα πληρώσει και στα ρωσικά τελωνεία του Βλαδιβοστόκ, προκειμένου να πραγματοποιηθούν οι αντίστοιχες διαδικασίες εκτελωνισμού. Έτσι, μαζί με τα εισιτήρια (510$), η ατμοπλοϊκή μεταφορά μου από τη Σιβηρία στην Ιαπωνία έφτασε να αγγίξει το εξωφρενικό ποσό των 1.200$ (1.000 Euro). Ούτε αεροπορικώς να πήγαινα!   
    Με την ηλεκτρονική πυξίδα (βλέπε GPS) να δείχνει το νότο της χώρας, αποχαιρέτησα αργά το μεσημέρι τις λιμενικές εγκαταστάσεις της Toyama-Fushiki και ξεκίνησα γεμάτος  ανυπομονησία και περιέργεια το οδοιπορικό μου επί ιαπωνικού εδάφους. Πρώτος προορισμός η πόλη Κιότο, 315 km μακριά. Προβλήματα προσαρμογής στους ιαπωνικούς δρόμους; Αρκετά. Πέρα από το γεγονός ότι η κυκλοφορία των αυτοκινήτων γινόταν στο αριστερό ρεύμα (κατά τα βρετανικά πρότυπα), πράγμα που το συνήθισα όμως μετά από λίγες ημέρες, οι πινακίδες σήμανσης μέσα στις μικρές πόλεις ήταν αυστηρά και μόνο στα γιαπωνέζικα! Για την αντιμετώπιση του δεύτερου προβλήματος, δυο λύσεις υπήρχαν: ή μαθαίνεις γιαπωνέζικα, ή δείχνεις υπομονή και ψάχνεις για κάποιον που ξέρει αγγλικά! Προσωπικά, υιοθέτησα την …δεύτερη λύση! Και όσον αφορά το κόστος χρήσης των  ιαπωνικών αυτοκινητοδρόμων, για 810 km διαδρομής κλήθηκα να πληρώσω (με σπαραγμό καρδιάς) …120 Euro διόδια! Αυτό ήταν και το αποκορύφωμα της οικονομικής μου καταστροφής. Με είχαν προειδοποιήσει άλλωστε, πως στην Ιαπωνία …«σκίζουν»!


    Στο δρόμο για το Κιότο, οι καταπράσινοι ορυζώνες είχαν το πρώτο λόγο στις καλλιεργήσιμες εκτάσεις της διαδρομής, ενώ άμεση ήταν η διαπίστωση πως δεν υπήρχε ούτε το παραμικρό σχεδόν κομμάτι ελεύθερης γης. Εκτεταμένα αστικά κέντρα δίχως προσωπικότητα εναλλάσσονταν με γραφικά, νοικοκυρεμένα χωριά, δημιουργώντας την εντύπωση μιας συνεχόμενης οικιστικής αλυσίδας. Επρόκειτο για μια ξέφρενη πολεοδομική ανάπτυξη που είχε κυριολεκτικά «απορροφήσει» την φύση. Ήταν μια εικόνα που αντίκριζα σχεδόν παντού, όπου και αν ταξίδεψα κατά μήκος των οδικών αρτηριών της χώρας. Βλέπετε, η Ιαπωνία είναι μια από τις πιο πυκνοκατοικημένες χώρες του κόσμου, αφού στα 372.820 τετρ. χλμ. της συνολικής της έκταση συνωστίζονται περίπου 125.000.000 ψυχές. Και επειδή η γεωμορφολογία της χώρας είναι κατά τα ¾ ορεινή, στο υπόλοιπο ¼ της ιαπωνικής γης που είναι κατάλληλο για καλλιέργειες και κατοίκηση (οι πεδινές και παράκτιες ζώνες), η πληθυσμιακή πυκνότητα ξεπερνά τους 1.000 κατοίκους ανά τετρ. χλμ.! Σκέτη τρέλα δηλαδή. 


      Το Κιότο υπήρξε για περισσότερο από χίλια χρόνια (784-1868) η πρωτεύουσα της Ιαπωνίας, μέχρι που ο αυτοκράτορας Μέιτζι μετέφερε την πρωτεύουσα της χώρας στο Τόκυο. Η ένδοξη πόλη των αυτοκρατόρων, που γλίτωσε από την καταστροφή του πολέμου χάρη στο σεβασμό που έδειξαν τα συμμαχικά στρατεύματα και δεν βομβάρδισαν την πολιτιστική κοιτίδα της Ιαπωνίας, είναι σήμερα μια πόλη-μουσείο, καθώς συγκεντρώνει έναν εξαιρετικά μεγάλο αριθμό μνημείων. Περίτεχνοι βουδιστικοί ναοί, εντυπωσιακά παλάτια, βίλες με όμορφους κήπους και γεροδεμένα κάστρα στολίζουν την παραδοσιακή πρωτεύουσα της χώρας, η οποία αποτελεί τον βασικότερο θεματοφύλακα της ιαπωνικής ιστορικής και πολιτιστικής παράδοσης.
    Όπως αντιλαμβάνεστε, ήταν μεγάλος πονοκέφαλος, με τόσο τεράστιο μνημειακό πλούτο που διέθετε η πόλη, τι να πρωτοεπισκεφτώ μέσα σε δυο μέρες! Με δυσκολία έφτανε ο περιορισμένος χρόνος μου για να γνωρίσω, έστω και τα στοιχειώδη μνημεία της παλιάς πρωτεύουσας. Έτσι, ο χρυσοσκέπαστος ναός Κινκακού-τζι, τα αυτοκρατορικά παλάτια, ο βουδιστικός ναός Κιόμιζον-ντερά, το κάστρο Νιτζό-τζο και το ιερό Χέιαν-τζινγκού με τους ειδυλλιακούς κήπους αποτέλεσαν τις τελικές επιλογές μου μέσα από τον μακροσκελή κατάλογο των αξιοθέατων της πόλης.   


ΣΤΗ ΔΙΝΗ ΤΟΥ ΤΥΦΩΝΑ
    Στο Τόκυο δεν κατάφερα να φτάσω στην ώρα μου. Εμπόδιο στην αυθημερόν μετάβασή μου στην ιαπωνική πρωτεύουσα (που βρίσκεται 510 km βορειοανατολικά του Κιότο) δεν στάθηκε κάποια μηχανική βλάβη ή ένα ξαφνικό πρόβλημα υγείας, αλλά μια απρόβλεπτη παράμετρο που δεν είχα λάβει υπ’ όψιν μου. Το επικείμενο πέρασμα του τυφώνα Yamore από την περιοχή αποτέλεσε την αιτία της καθυστερημένης –κατά ένα εικοσιτετράωρο– άφιξής μου στο Τόκυο. Βλέπετε, τα στοιχεία της φύσης συνομώτησαν ενάντιά μου και αποφάσισαν να μου βάλουν μια τελευταία, γερή τρικλοποδιά στο δρόμο για το Τόκυο. 
    Τουλάχιστον δυο μέρες νωρίτερα, όλος ο κρατικός μηχανισμός είχε τεθεί σε συναγερμό για την αντιμετώπιση άλλου ενός σαρωτικού τυφώνα. Συνηθισμένες καταστάσεις για τους ντόπιους! Ωστόσο, και παρά τις συνεχείς προειδοποιήσεις των αρχών από τα Μ.Μ.Ε για το πέρασμα του τυφώνα και τους κινδύνους που αυτό εγκυμονούσε για τους οδηγούς των οχημάτων –και κυρίως για τους μοτοσυκλετιστές- εγώ, σαν γνήσιος Ελληναράς, έγραψα στα παλιά μου τα παπούτσια τους πάντες και τα πάντα και ξεκίνησα κάτω από την ομπρέλα ενός κατάμαυρου ουρανού την πορεία μου για το Τόκυο. «Τυφώνας; Σιγά τώρα μην φοβηθώ λίγο αέρα και βροχή παραπάνω
   Γρήγορα όμως το μετάνιωσα πικρά, αφού ο Yamore «με πήρε και με σήκωσε» κυριολεκτικά! Ο δυνατός άνεμος και η καταρρακτώδη βροχή που με υποδέχτηκαν 80 km μακριά από το Κιότο, μου έδωσαν το μάθημα που χρειαζόμουν, τσαλακώνοντας τον εγωισμό και την υπεροψία μου. Γαντζωμένος με όλη μου τη δύναμη πάνω στη μοτοσυκλέτα, αγωνιζόμουν να αντέξω τα απανωτά μαστιγώματα των στοιχείων της φύσης, που προσπαθούσαν να με γκρεμίσουν από τη σέλα! Για ακόμα μια φορά είχα δυστυχώς υποτιμήσει τη δύναμη της φύσης! Κυριολεκτικά φτερό στον άνεμο, ταξίδευα σχεδόν μόνος στο δρόμο έχοντας σοβαρές ενστάσεις για την ορθότητα της απόφασής μου να οδηγήσω κάτω από αυτές τις καιρικές συνθήκες. Μέχρι που σταμάτησα σ’ ένα σημείο ελέγχου της αστυνομίας και της τοπικής εθνοφυλακής. Φανερά τρομοκρατημένος και δίχως να προβάλω καμία απολύτως αντίρρηση, υιοθέτησα αμέσως τις συστάσεις τους και διέκοψα την πορεία μου, αναζητώντας προσωρινό καταφύγιο στην μικρή πόλη Yokaichi. Θα έμενα εδώ τουλάχιστον για ένα εικοσιτετράωρο, μέχρι να απομακρυνόταν η δίνη του τυφώνα, ο οποίος κινείτο με βορειοδυτική κατεύθυνση και ταχύτητα που άγγιζε τα 160 km/ώρα! «Σιγά τώρα μην φοβηθώ έναν τυφώνα…»
   

  ΜΙΚΡΟ, ΑΝΕΛΠΙΣΤΟ ΘΑΥΜΑ    

   Ως γνωστόν, το Τόκυο, το μητροπολιτικό κέντρο της Ιαπωνίας, είναι μια μεγαλούπολη διεθνούς ακτινοβολίας και αποτελεί το σύμβολο της οικονομικής και βιομηχανικής παντοδυναμίας της «Χώρας του Ανατέλλοντος Ηλίου». Συνώνυμη του χάους, της τρέλας και του πολεοδομικού αλαλούμ, το Τόκυο είναι μια γιγάντια πόλη, ενώ στα ασαφή αστικά της όρια ζουν, εργάζονται ή επισκέπτονται καθημερινά περί τους 40.000.000 ανθρώπους, οι οποίοι βιώνουν σε κατάσταση ασφυκτικού συνωστισμού και πυκνότητας (5.500 κάτοικοι ανά τετρ. χλμ.). Λίγο αέρα βρε παιδιά, πνίγομαι…


   Αυτήν τη μοντέρνα ασιατική μεγαλούπολη, την πολυπληθέστερη του κόσμου, με τους άπειρους ουρανοξύστες, το αφόρητο κυκλοφοριακό και το ακατάστατο πολεοδομικό σχέδιο, είχα θέσει ως φινάλε του μεγάλου ταξιδιωτικού οδοιπορικού μου. Ένα όντως  εντυπωσιακό φινάλε, με φόντο τους γυάλινους ουρανοξύστες του Τόκυο να βελονίζουν τον ιαπωνικό ουρανό! Τι ωραία που τα είχα φανταστεί. Ωστόσο, αρκετές φορές αναρωτιόμουν καθ’ οδόν, μήπως έπρεπε να είχα επιλέξει έναν πιο εύκολο αστικό προορισμό για να σφραγίσω το τέλος του διηπειρωτικού μου ταξιδιού! Είπαμε όμως, Αθήνα – Τόκυο. Και τα δύσκολα στο τέλος…    
    Ήταν αναμενόμενο λοιπόν, οδηγώντας εκείνο το μεσημέρι προς την ιαπωνική πρωτεύουσα, να διακατέχομαι από τρομερή αγωνία για την τύχη μου στους δρόμους του Τόκυο! Γιατί όμως τόση νευρικότητα; Γιατί απλούστατα, κατευθυνόμουν προς την ιαπωνική πρωτεύουσα δίχως να έχω χάρτη της πόλης στα αγγλικά και με το GPS σε αχρηστία (καταραμένα ηλεκτρονικά, την χειρότερη στιγμή χαλάνε)! Πήγαινα δηλαδή σαν πρόβατο επί σφαγής! Όσο μάλιστα πλησίαζα προς την ιαπωνική πρωτεύουσα και η ροή των οχημάτων πύκνωνε γύρω μου, τόσο ένιωθα το στομάχι μου να σφίγγεται όλο και πιο πολύ από το άγχος. Είχα διάχυτη την αίσθηση πως σύντομα θα ζούσα μια αρχαία ελληνική τραγωδία, στην οποία δεν υπήρχε από μηχανής Θεός! Ακόμα 40 km και φτάνω… 
   Θρησκόληπτος μπορεί να μην είμαι, αλλά πιστεύω στα μικρά θαύματα. Πώς αλλιώς να εξηγήσω αυτό που μου συνέβη 30 km πριν το Τόκυο; Ενώ είχα σταματήσει σ’ ένα πάρκινγκ του αυτοκινητοδρόμου για να πάρω τελευταία μια ανάσα πριν ξεκινήσω την οδύσσειά μου στους δρόμους της ιαπωνικής πρωτεύουσας, ένας Ιάπωνας συνάδελφος, κάτοχος ενός Honda CB 400, με πλησίασε και με χαρακτηριστική ευγένεια με ρώτησε αν χρειαζόμουν βοήθεια ή ήθελα κάποια πληροφορία. «Τι να θέλω από τη ζωή μου βρε φίλε! Ένα ξενοδοχείο στο Τόκυο, φθηνό, καθαρό και κοντά στο κέντρο της πόλης. Ζητάω πολλά;» Όχι, για τον Ακιμόρε αυτό που ζητούσα, δεν ήταν κάτι το υπερβολικό ή δύσκολο! Γι’ αυτό και προσφέρθηκε αμέσως –αντί να πάει στον προορισμό του– να με οδηγήσει σ’ ένα ξενοδοχείο της αρεσκείας μου! Έπεσα από τα σύννεφα! Δεν πίστευα στην τύχη μου. Μπροστά μου έβλεπα τον πολυπόθητο από μηχανής Θεό, τον φύλακα-άγγελό μου σε γιαπωνέζικη …έκδοση, όπως τελικά αποδείχτηκε. «Άνθρωπέ μου, ο Θεός σ’ έστειλε;»


    Με τον Ακιμόρε μπροστά να ανοίγει δρόμο, η ανεύρεση στέγης στο χαώδη Τόκυο αποδείχθηκε μια εύκολη φυσικά υπόθεση. Ήταν μεγάλη τύχη για μένα που είχα συναντήσει αυτόν τον άνθρωπο στον δρόμο μου. Γιατί ο Ακιμόρε, εκτός από χρέη …GPS, στη διάρκεια της παραμονής μου στο Τόκυο αποτέλεσε και τον προσωπικό μου ξεναγό, ενώ καθοριστική ήταν η συμβολή του στην αποκωδικοποίηση και στην κατανόηση από μέρους μου των δομών μιας κοινωνίας –της δικής του– όπου η ομάδα έχει μεγαλύτερη αξία από το άτομο. Από τον Ακιμόρε έμαθα επίσης πως στην τέλεια οργανωμένη κοινωνία της Ιαπωνίας, όπου η τεχνολογία, η οικονομία και ο καταναλωτισμός βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα, ο συντηρητισμός, η ταπεινοφροσύνη, η εργασιομανία και η εσωστρέφεια αποτελούν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματά της. Η Ιαπωνία του Ακιμόρε –σύμφωνα πάντα με τα λεγόμενά του– είναι μια χώρα που ζει στο μέλλον με το βλέμμα όμως στραμμένο πίσω στο παρελθόν.

ΠΟΛΗ ΑΠΟ ΤΟ ΜΕΛΛΟΝ

     Οι εντυπώσεις μου από το Τόκυο; Μιλάμε για μια …διαστημική πολιτεία που ζει και κινείται στους ρυθμούς του μέλλοντος, όλο το εικοσιτετράωρο. Το τεράστιο μέγεθός της, η κοσμοπλημμύρα, το αρχιτεκτονικό της πανδαιμόνιο και η ξέφρενη καθημερινότητας στους δρόμους της, αρχικά με τρόμαξαν! Αισθανόμουν σαν επισκέπτης από άλλον πλανήτη, σαν ένα χωριατόπουλο που πήγε για πρώτη φορά στην μεγάλη πόλη! Γρήγορα όμως με καθησύχασε η ευγένεια, η εξυπηρετικότητα και η φιλικότητα των κατοίκων της. Ζήλεψα την οργάνωση, τον πλουραλισμό και τον δυναμισμό αυτής της πόλης με τις τσιμεντένιες χαράδρες. Εντυπωσιάστηκα από τα μικρά τεχνολογικά θαύματα που συναντούσα στο κάθε μου βήμα. Με συγκλόνισαν οι υπερυψωμένοι λεωφόροι, τα εντυπωσιακά πολυώροφα εμπορικά κέντρα, οι πολύχρωμες επιγραφές νέον και το «δάσος» των αναρίθμητων φωταγωγημένων ουρανοξυστών. Θαμπώθηκα από τη λάμψη, τη πολυτέλεια και την αίγλη μιας ελκυστικής –αλλά για άλλους απωθητικής– πολιτείας. Το Τόκυο ήταν μια πανδαισία αισθήσεων μοναδική, που αντιπροσώπευε τη δύναμη μιας χώρας της οποίας ο ιδιόμορφος πολιτισμός της παραμένει για μας τους Δυτικούς ένα μυστήριο. «Αν θα ήθελα, φίλε Ακιμόρε, να ζήσω στο Τόκυο; Κατηγορηματικά, όχι!»



   Στο Τόκυο έμεινα έξι μέρες. Πριν παραδώσω σε μια μεταφορική εταιρία τη μοτοσυκλέτα για να επιστρέψει ατμοπλοϊκώς στην Ελλάδα, περιπλανήθηκα μαζί της στα κυριότερα τουριστικά must της πόλης, για να ολοκληρώσω και τυπικά τη γνωριμία μου με την πολύβουη ιαπωνική πρωτεύουσα. Με τον Ακιμόρε στην πίσω σέλα, επισκέφθηκα τα αυτοκρατορικά ανάκτορα, ανέβηκα στον Πύργο του Τόκυο (μια απομίμηση του Πύργου του Άιφελ που προσφέρει μια φαντασμαγορική θέα της πόλης από ύψος 250 μ.) και  χαλάρωσα στο ειδυλλιακό πάρκο Ueno. Ψώνισα τα ηλεκτρονικά μαραφέτια (gadgets) που ήθελα στην Electric City της Akihabara, έφαγα σούσι στην ψαραγορά Fushiki και περπάτησα στους πολυσύχναστους δρόμους της κοσμικής συνοικίας Genzo, με τα πανάκριβα εμπορικά καταστήματα και τη χλιδάτη ατμόσφαιρα! 




ΤΕΛΟΣ ΠΑΡΑΜΥΘΙΟΥ

   Ο ουρανός είχε αποκτήσει ένα αισθησιακό πορφυροκόκκινο χρώμα, καθώς ο βασιλιάς ήλιος, για άλλη μια μέρα ξεκινούσε την καθημερινή του πορεία στο ουράνιο στερέωμα. Με τον Ακιμόρε στο τιμόνι του αυτοκινήτου, κατευθυνόμασταν προς το αεροδρόμιο Narita, διασχίζοντας την εντυπωσιακή γέφυρα Rainbow Bridge. Συγκινησιακά φορτισμένος, και δίχως ιδιαίτερη διάθεση για κουβέντα, είχα αφήσει τη ματιά μου να αποτυπώσει για μια τελευταία φορά το χαώδη μεγαλείο αυτής της πόλης. Το παραμύθι Αθήνα – Τόκυο τελείωνε και σύντομα άρχιζε το ταξίδι της επιστροφής. Μαζί όμως θα ξεκινούσε κι ένα άλλο ταξίδι, πάνω στις σκέψεις στις εικόνες και στις αναμνήσεις ενός ανεπανάληπτου δίτροχου οδοιπορικού, από τα πιο συναρπαστικά που είχα κάνει ποτέ στη ζωή μου.
   

Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα

0 σχόλια: