ΑΖΕΡΜΠΑΪΤΖΑΝ, K. Μητσάκης

By | Παρασκευή, Φεβρουαρίου 08, 2013 Leave a Comment


ΘΑΛΑΣΣΑ ΑΠΟ ΠΕΤΡΕΛΑΙΟ

Κείμενο-Φωτό: Κων/νος Μητσάκης / www.motoexplorer.gr





Στην γεωπολιτική σκακιέρα του Αζερμπαϊτζάν, οι διψασμένες για ενέργεια χώρες
της Δύσης παίζουν τα τελευταία χρόνια μια δυνατή, όσο και «βρώμικη» παρτίδα με
έπαθλο το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο της χώρας. Μέσα στην απύθμενη θάλασσα του
αζέρικου πετρελαίου, κάποιες ξεχασμένες νησίδες ελληνισμού εξακολουθούν ωστόσο,
σε πείσμα των καιρών, να επιβιώνουν.



Το πολυτελέστατο κρουαζιερόπλοιο διασχίζει τη θάλασσα και πλήθος κόσμου
πηγαινοέρχεται στα καταστρώματα. Ηλιοκαμένα κορμιά κολυμπούν στη πισίνα
και συνεχίζουν με ηλιοθεραπεία στις άσπρες σεζλόνγκ. Λαμπερές παρουσίες με
αστραφτερές τουαλέτες και αυστηρά κουστούμια περιφέρονται στις χλιδάτες
αίθουσες. Οι σεφ ετοιμάζουν νοστιμότατα εδέσματα και οι μουσικοί παρασύρουν
τον κόσμο στις μελωδίες τους. Ένα περιβάλλον ονειρεμένο, γεμάτο πολυτέλεια και
χλιδή. Και κάπου εκεί βρίσκομαι κι εγώ, βυθισμένος σε μια αναπαυτική πολυθρόνα,
απολαμβάνοντας τον ήλιο μ’ ένα δροσιστικό απεριτίφ στο χέρι, την ίδια στιγμή
που το προσωπικό του πλοίου είναι έτοιμο να πραγματοποιήσει κάθε επιθυμία μου!
Αρχίζω να αισθάνομαι κάτι μεταξύ Έλληνα κροίσου (με νησί) και βαθύπλουτου
επιχειρηματία.
Σφαλίζω για λίγο τα μάτια και αφήνω τη φαντασία μου να με ταξιδέψει σε
καταγάλανες θάλασσες, απάνεμα λιμάνια, κοσμικά νησιά κι εξωτικές παραλίες.
Εισπνέω τον αέρα της θάλασσας και η αλμύρα της με χαϊδεύει απαλά στο πρόσωπο.
Καλοκαιρινή ραστώνη και χαλάρωση μέχρι τελικής πτώσης! Α, και να μην το
ξεχάσω: το βράδυ έχω να γευματίσω στο Μόντε Κάρλο, το επόμενο λιμάνι της
κρουαζιέρας μου.
Δευτερόλεπτα αργότερα, ανοίγω ξανά τα μάτια μου και όλα έχουν -δια μαγείας-
εξαφανιστεί! Μούτσοι μουτζουρωμένοι με γράσα και λάδια περπατούν δίπλα μου,
η πισίνα ανύπαρκτη, το ίδιο και οι μπουφέδες. Μπισκότα και εμφιαλωμένο νερό
το μενού, βρώμα και σκουριά το ντεκόρ, ένας άδειος τενεκές από ορυκτέλαια η
πολυθρόνα μου. Οι μηχανές του πλοίου μουγκρίζουν σαν ασυντόνιστη ορχήστρα,
πυκνό σκοτάδι στις καμπίνες, βαριά η δυσοσμία στις αίθουσες και τα ποντίκια
αλωνίζουν. Και κάπου εκεί βρίσκομαι κι εγώ, στο κατάστρωμα του πλοίου μ’ ένα
μπουκάλι βότκα στο χέρι. Όνειρο θερινής νυχτός –κυριολεκτικά– η κρουαζιέρα στα
νερά της Μεσογείου. Θεέ μου, αρχίζω να έχω παραισθήσεις. Τι να φταίει άραγε; Η
σωρευμένη κούραση των τελευταίων ημερών; Το γεγονός πως τις δυο προηγούμενες
νύχτες είχα κοιμηθεί κατάχαμα στο τελωνείο του Τουρκμέμπασυ περιμένοντας αυτό
το σαπιοκάραβο; Ή μήπως η λαχτάρα μου να τελειώσει αυτός ο εφιάλτης στα νερά
της Κασπίας; Δεν πιστεύω πάντως η βότκα να είναι «μπόμπα»…
Αγναντεύω τον επίπεδο ορίζοντα της μεγαλύτερης λίμνης του κόσμου. Κασπία
Θάλασσα! Απέραντη, ακυμάτιστη, γαλήνια! Στα υδάτινα σωθικά της κρύβεται όλη
η ενέργεια του κόσμου: φυσικό αέριο και πετρέλαιο. Πίσω μου, εκεί που σβήνει η
ρότα του πλοίου, το λιμάνι Τουρκμέμπασυ του Τουρκμενιστάν. Πριν από 18 ώρες
αποτέλεσε την αφετηρία απ’ όπου ξεκίνησα για να ενώσω τις αντίπερα όχθες της
Κασπίας. Μπροστά μου, εκεί που καταλήγει το δρομολόγιο του πλοίου, το λιμάνι-
πρωτεύουσα του Αζερμπαϊτζάν, Μπακού. Άλλο ένα ψυχοφθόρο ταξίδι στα νερά της
Κασπίας εν εξελίξει. Υπομονή…





Ενεργειακός πλούτος

Μέσα στην πρωινή καταχνιά αρχίζω επιτέλους να διακρίνω το αστικό αποτύπωμα
του Μπακού. Πρώτη δυνατή εικόνα, η παράκτια περιοχή της αζέρικης πρωτεύουσας.
Κάνω zoom στα αμέτρητα πολυώροφα κτίρια που ξεφυτρώνουν σαν γιγάντια
μανιτάρια δίπλα στο κύμα. Ειλικρινά τρομάζω! Χάρη στους πλούσιους φυσικούς
πόρους της χώρας, οι ραγδαίοι ρυθμοί ανάπτυξης της τελευταίας δεκαετίας έχουν
μεταβάλλει το Μπακού σε Κουβέϊτ της Τρανσκαυκασίας!
Οι δείκτες του ρολογιού σημαδεύουν την 11η πρωινή όταν το πλοίο πιάνει λιμάνι.
Μετά τις απαραίτητες τελωνειακές διατυπώσεις, οι λιγοστοί ταλαιπωρημένοι
επιβάτες –μόλις 12– αρχίζουμε να εγκαταλείπουμε το τριτοκοσμικό σαπιοκάραβο.
Τέσσερις νταλίκες, 1 μικρό φορτηγό, 2 επιβατικά αυτοκίνητα. Και μια μοτοσυκλέτα,
εγώ! Ένα ταξίδι ρουτίνας στα νερά της Κασπίας τελείωσε. Ακόμα ένα χερσαίο ταξίδι
ξεκινά, αλλά με περιορισμένο χρονικό ορίζοντα. Η βίζα που μπαίνει στο διαβατήριο
επιτρέπει την παραμονή μου στο Αζερμπαϊτζάν μόνο για πέντε μέρες. Τα πόδια στη
πλάτη και τρέχουμε…



             

Δίτροχε Έλληνα ταξιδευτή, καλωσόρισες λοιπόν στο Αζερμπαϊτζάν! Μια χώρα της
πρώην Ε.Σ.Σ.Δ για την οποία οι γνώσεις μου είναι ελάχιστες, πέρα από το γεγονός
ότι έχει πλούσιους φυσικούς πόρους και κυρίως μεγάλα κοιτάσματα πετρελαίου και
φυσικό αέριο. Γνωρίζω ότι το Αζερμπαϊτζάν κατέχει μια σημαντικότατη γεωπολιτική
θέση στην Τρανσκαυκασία, καλύπτει 86.600 τετρ. χλμ. και είναι η μεγαλύτερη
πληθυσμιακά χώρα της περιοχής με 8.283.000 κατοίκους. Αυτό που επίσης ξέρω,
είναι η μακροχρόνια πολεμική αντιπαράθεση του Αζερμπαϊτζάν με την Αρμενία (από
την δεκαετία του 1990) για το θύλακα του Ναγκόρνο Καραμπάχ, μια περιοχή που
βρίσκεται σήμερα στην κατοχή των Αρμενίων, μαζί με άλλες 7 περιοχές των Αζέρων.
Και παρά το αλτσχάιμερ των «δεύτερων -άντα» που με ταλαιπωρεί, θυμήθηκα ακόμα
το επίσημο ταξίδι του προέδρου της Ελληνικής Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλου
στο Αζερμπαϊτζάν το 2004, για το κλείσιμο σημαντικών διμερών συμφωνιών που
θα σηματοδοτούσαν την ενεργειακή πολιτική της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια. Στην
κορυφή της ατζέντας των συνομιλιών τέθηκε τότε ο μελλοντικός ρόλος της πατρίδας
μας ως ενεργειακός κόμβος στην μεταφορά φυσικού αερίου από το Αζερμπαϊτζάν
στην Ευρώπη, μέσω Τουρκίας (ο περίφημος αγωγός, αμερικανικών συμφερόντων,
Μπακού-Τσεϊχάν). Φιλοδοξίες και σχέδια, που έμειναν τελικά στα χαρτιά…



Όσον αφορά τα περί πετρελαίου, αν θέλετε να μιλήσουμε με νούμερα, προσέξτε
μην ζαλιστείτε! Στην χερσόνησο Αμπσερόν του Μπακού υπάρχουν τουλάχιστον
130.000 (!) πετρελαιοπηγές, οι οποίες λειτουργούν εδώ και 130 χρόνια. Βλέπετε,
το Αζερμπαϊτζάν είναι ένας από τους παλαιοτέρους εξαγωγείς πετρελαίου (από
τα τέλη του 19ου αιώνα) και η ανάπτυξη και εκμετάλλευση των αποθεμάτων
υδρογονανθράκων αποτελεί το επίκεντρο των οικονομικών δραστηριοτήτων της
χώρας. Και παρόλο την μακροχρόνια εκμετάλλευση των τοπικών κοιτασμάτων
πετρελαίου, τα πιο μεγάλα και ανεκμετάλλευτα αποθέματα βρίσκονται ακόμα κάτω
από τον πυθμένα της Κασπίας (σε βάθος 980 μ.), όπου μεγάλες αμερικανικές εταιρίες
έχουν κάνει εγκαταστάσεις για την εξόρυξή του.



Άρωμα από Ελλάδα

Λίγη ιστορία ποτέ δεν κάνει κακό! Η ίδρυση του Μπακού σημαδεύει τον 6ο
αιώνα μ.Χ. και το όνομα της πόλης πιστεύεται ότι έχει περσική προέλευση και
σημαίνει «ανεμοδαρμένη πόλη». Το γεγονός και μόνο ότι το Μπακού μαστιγώνεται
συχνά από ισχυρούς ανέμους και χιονοθύελλες, απλά επιβεβαιώνει την ετυμολογία
του ονόματος της πόλης. Μεταγενέστερες αραβικές πηγές αναφέρουν επίσης την
πόλη με τα ονόματα Baku, Bakukh και Bakuya, από τα οποία όλα φαίνονται να
προέρχονται από την περσική ονομασία.



Η πόλη του Μπακού, γενέτειρα του διάσημου σκακιστή Γκάρι Κασπάροβ και
κατοικία σήμερα για περίπου 2.047.000 ψυχές, παρουσιάζει ποικίλο ενδιαφέρον.
Μπορεί κάποιος να κινηθεί στο οχυρωμένο ιστορικό κέντρο της παλιάς πόλης που
έχει ανακηρυχθεί Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς της UNESCO.
Εδώ σκαρφαλώνεις στον άπαρτο πύργο Maiden’s Tower και στα πετρόκτιστα τείχη
του και θαυμάζεις τις γεροδεμένες πολεμίστρες του. Λίγο πιο μακριά, περιηγείσαι
στα νεοκλασικά κτήρια των Ρώσων, τα περίτεχνα αρχοντικά της πόλης. Περπατάς
κατόπιν στους άνετους πεζόδρομους της αγοράς, με τα χλιδάτα εμπορικά κέντρα
και τα εικοσαώροφα νέα γυάλινα κτήρια. Μπορείς όμως να περιπλανηθείς στις
φτωχογειτονιές του Μπακού με τις μίζερες, άθλιες πολυκατοικίες που δεν έχουν σοβά
και μοιάζουν έτοιμες να καταρρεύσουν. Απ’ όλα έχει το Μπακού…
Στους δρόμους της αζέρικης πρωτεύουσας, η πορτοκαλί ΚΤΜ φαντάζει σαν τη
μύγα μες στο γάλα. Κινούμενος ανάμεσα σε ρυπογόνα λεωφορεία, παλιά Lada
και πανάκριβα τεθωρακισμένα τζιπ με φιμέ τζάμια, γρήγορα αντιλαμβάνομαι πως
πάμπολλα κεφάλια στρίβουν και με κοιτούν. Ελάχιστες οι μοτοσυκλέτες εδώ, γίνομαι
αμέσως το επίκεντρο του ενδιαφέροντος από Αζέρους συνάδελφους. Σε κάθε μας
επαφή, τα λόγια και τα βλέμματά τους είναι ουσιαστικά, άμεσα. Το νιώθω και
ανταποδίδω, όσο και όπως μπορώ!




Η παραμονή μου στο Μπακού μπορεί να είναι σύντομη χρονικά, αλλά αυτό δεν
στέκεται εμπόδιο να έρθω σε επαφή με την τοπική ελληνική κοινότητα. Η «Αργώ»,
η ελληνική κοινότητα του Μπακού, αριθμεί περί τους 500 ομογενείς, τους άλλοτε
πολιτικούς πρόσφυγες που έφυγαν στην Τασκένδη και είναι εγκατεστημένοι σήμερα
στο Μπακού. Η χαρά τους είναι απρόσμενα μεγάλη που βλέπουν έναν Έλληνα
μοτοσυκλετιστή να έρχεται σ’ αυτή την καυκάσια χώρα που έγινε η δεύτερη πατρίδα
τους, όταν οι γονείς τους έφυγαν από την Ελλάδα σε σκληρές ιστορικές περιόδους,
τότε με τον εμφύλιο...Όλοι τους είναι φανερά συγκινημένοι. «Μας έδωκες μεγάλη
χαρά ρίζα μου» μου λένε και ξαναλένε, κυρίως στα ποντιακά. Ελάχιστοι είναι αυτοί
που μιλούν καλά τα ελληνικά.



Μέσα από τις συναντήσεις μου με τους ομογενείς βιώνω πολύ δυνατά
συναισθήματα. Από την καρδιά τους βγαίνει μια μεγάλη δόση εγκαρδιότητας
και φιλίας, την οποία και εισπράττω. Ειδικότερα όμως, νιώθω την ανάγκη να
ευχαριστήσω τον Χρήστο Ποιμενίδη για την φιλόξενη και ευγενική στήριξη
που μου παρέχει. Εκτός από οικοδεσπότης και ξεναγός, ο Χρήστος Ποιμενίδης
αντιπροσωπεύει για μένα μια πρώτης τάξεως ευκαιρία να διευρύνω τους γνωστικούς
μου ορίζοντες με τα πολιτικά-οικονομικά δρώμενα του Αζερμπαϊτζάν. Πολλές οι
ερωτήσεις που του θέτω, αφού πάμπολλες είναι οι απορίες που κουβαλώ μαζί μου για
τούτο τον τόπο!
Πολύτιμη πηγή γνώσης αποδεικνύεται λοιπόν ο Χρήστος, του οποίου οι
γονείς ήρθαν στην πρώην Σοβιετική Ένωση με τον εμφύλιο το 1949. Το 1980
επαναπατρίστηκαν στην Ελλάδα. Ο Χρήστος όμως επέστρεψε στο Μπακού το 1994.
Τον έφερε πίσω η αναζήτηση της ευκαιρίας και όχι η νοσταλγία του τόπου που
μεγάλωσε. Ήρθε εδώ για δουλειές και τελικά έμεινε: «…Η ζωή από την στιγμή που
βρίσκομαι εδώ έχει αλλάξει προς το καλύτερο. Πριν το 1993, όπου ακόμα υπήρχε ο
πόλεμος, η κατάσταση ήταν δραματική. Τώρα η κατάσταση στο Αζερμπαϊτζάν έχει
μεγάλη σταθερότητα, χάρη στις μπίζνες με το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο. Σωθήκαμε
φίλε Κώστα…Οι Αζέροι, που στη συντριπτική τους πλειοψηφία είναι παραδοσιακοί
μουσουλμάνοι, θέλοντας να χτίσουν ένα κοσμικό κράτος δυτικού και ευρωπαϊκού
τύπου, δεν δίστασαν να πετάξουν μακριά προκαταλήψεις και φερετζέδες. Το γειτονικό
θεοκρατικό Ιράν αποτελεί για αυτούς παράδειγμα προς αποφυγή…»




Για πες μου βρε Χρήστο, πώς μας βλέπουν εμάς τους Έλληνες οι Αζέροι; Υπάρχει
δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ των δυο κρατών; «…οι Αζέροι μάς ξέρουν από την
αρχαία ιστορία μας. Βλέπεις, στο δημοτικό σχολείο διδάσκουν για τον πολιτισμό της
αρχαίας Ελλάδας. Κατά συνέπεια, γνωρίζουν πολύ καλά πού βρίσκεται η Ελλάδα και
τι εκπροσωπεί στην ανθρωπότητα…Μετά την ανακήρυξη της αζερικής ανεξαρτησίας
το 1991, οι σχέσεις Ελλάδας – Αζερμπαϊτζάν πέρασαν από διάφορες φάσεις…Με
δεδομένες τις στενές σχέσεις Τουρκίας – Αζερμπαϊτζάν και Ελλάδας – Αρμενίας, και
σε συνδυασμό με τις εντάσεις μεταξύ Αθηνών – Άγκυρας και την ουσιαστικά απόλυτη
έλλειψη επικοινωνίας Μπακού – Ερεβάν, ένα κλίμα επιφυλακτικότητας και δυσπιστίας
χαρακτήριζε για μια τουλάχιστον δεκαετία τις επαφές Ελλάδας – Αζερμπαϊτζάν. Από
τα τέλη του 2001, ξεκίνησε από ελληνικής πλευράς μια συντονισμένη προσπάθεια
αναβάθμισης των διμερών σχέσεων, κίνηση που βρήκε την αναπάντεχα θετική
ανταπόκριση της αζερικής ηγεσίας. Σήμερα, οι πολιτικές, οικονομικές και πολιτιστικές
σχέσεις των δυο κρατών έχουν ενισχυθεί σημαντικά…

Η τελευταία Ελληνίδα

Το ασφάλτινο χαλί που τρέχει κάτω από τους τροχούς της ΚΤΜ έχει τα μαύρα του
τα χάλια, κυριολεκτικά! Ο κεντρικός οδικός άξονας που συνδέει την πρωτεύουσα
του Αζερμπαϊτζάν με την Τιφλίδα της γειτονικής Γεωργίας, τον αμέσως επόμενο
προορισμό μου, παρουσιάζει μια άθλια εικόνα που με κουράζει. Οι αναρτήσεις
δουλεύουν πυρετωδώς, τα ρουλεμάν του τιμονιού προσπαθούν να αποφύγουν
τις αμέτρητες λακκούβες και τα φρένα στριγγλίζουν συνεχώς ανατριχιαστικά. Οι
υπολογισμοί μου είναι μάλλον απογοητευτικοί: θα χρειαστώ περισσότερες από 8
ώρες για να καλύψω τα 542 χλμ. που χωρίζουν τις δυο καυκάσιες πρωτεύουσες.
Ξέχωρα που έχω να κάνω και μια μικρή στάση καθοδόν…
Ταπεινοί οικισμοί παρεμβάλλονται στη διαδρομή, αντανακλώντας μια ατμόσφαιρα
μιζέριας και εγκατάλειψης. Σπίτια φτωχικά, σκονισμένοι δρόμοι και απτή εξαθλίωση
συνιστούν ένα υπέρμετρα ρεαλιστικό θέαμα που αποτυπώνω με ανάμεικτα
συναισθήματα. Μια εικόνα που μαρτυρά τη γενικότερη οικονομική κατάσταση της
χώρας. Γιατί κακά τα ψέματα, το Μπακού είναι μόνο μια καλοδιακοσμημένη βιτρίνα.
Το Αζερμπαϊτζάν, σίγουρα δεν είναι Μπακού! Ψάχνω απεγνωσμένα για παρηγοριά
και στρέφομαι στη φύση των βουνών που ντύνει μεγάλο μέρος της διαδρομής. Με
εντυπωσιάζει με το πλούτο της. Δεν μπορώ να πιστέψω πόσο απροσδόκητη ομορφιά
με καρτερά σε τούτα τα μέρη του Καυκάσου. Ο Χρήστος είχε τελικά δίκιο.
Κάποια στιγμή η σκονισμένη ΚΤΜ φρενάρει μπροστά από μια φτωχική κατοικία
της κωμόπολης Safaraliyev, κοντά στην πόλη Ganja (340 χλμ. δυτικά του Μπακού).
Από τις πληροφορίες μου, η γυναίκα που ζει μόνη της σε τούτο εδώ το σπίτι είναι
η μοναδική Ελληνίδα (κατά το ήμιση Πόντια) που έχει απομείνει στην ευρύτερη
περιοχή του Δυτικού Αζερμπαϊτζάν. Είναι η κυρά-Ζώγια (Ζωή), που συναντώ
καθισμένη στα ξύλινα σκαλοπάτια μιας ταλαιπωρημένης αγροικίας. Ήθελα
πραγματικά να την ανταμώσω και να της σφίξω το χέρι. Την αρχική έκπληξή της
διαδέχεται μια αγκαλιά γεμάτη καλοσύνη και ανθρωπιά. Για μια στιγμή σαστίζω, πάω
να δακρύσω, λες και ανταμώνω κάποιον δικό μου άνθρωπο. Σύντομα, η συζήτησή
μας συνεχίζεται στο εσωτερικό της λιτής κατοικίας της κυρά-Ζώγιας. Λίγα και
παλιά τα έπιπλα, ξεφτισμένη η ταπετσαρία στους τοίχους, σκουριασμένη η μικρή
ξυλόσομπα, αλλά μεγάλη η καρδιά της οικοδέσποινας: «…μπορεί να γεννήθηκα στην
Ελλάδα, αλλά μεγάλωσα εδώ μετά τον εμφύλιο, μακριά από τη πατρίδα. Έχασα νωρίς
τον άντρα μου και συντηρούμαι τόσα χρόνια με μια μικρή σύνταξη, γύρω στα 40 Ευρώ
το μήνα. Τόσα χρόνια ζω κυρίως με ό,τι μου προσφέρει η γη…κάποτε η Safaraliyev
έσφυζε από ζωή, είχε πολύ κόσμο. Όμως, μετά το 1992 πολλοί έφυγαν. Δεν ήταν εύκολο
να μείνουν, αφού δουλειές δεν υπήρχαν. Εγώ έμεινα, παρά τις τεράστιες δυσκολίες που
υπάρχουν. Ποτέ δεν σκέφτηκα να γυρίσω στην Ελλάδα. Τον αγαπώ αυτόν τον τόπο, εδώ
θέλω να κλείσω τα μάτια μου…»
Στενοχωριέμαι πολύ. Όχι τόσο με την βιωματική αφήγηση της κυρά-Ζώγιας,
αλλά γιατί δεν μπορώ να ενδώσω στις επίμονες παρεκλήσεις της να με φιλοξενήσει.
Δεν μπορώ, γιατί το ίδιο βράδυ πρέπει οπωσδήποτε να περάσω τα σύνορα με την
Γεωργία. Η βίζα λήγει τα μεσάνυχτα και κάθε μέρα καθυστέρησης πληρώνεται με
200 Ευρώ πρόστιμο! Γνωρίζω ότι οι Αζέροι δεν αστειεύονται!
Το μόνο που κάνω είναι να φάω μαζί της και να πιούμε ένα ποτηράκι κρασί. Πάνω
στο μικρό τραπέζι, τα χέρια της κυρά-Ζώγιας αφήνουν μπροστά μου ζεστό αζέρικο
πιλάφι, φρέσκια ντομάτα και ψιλοκομμένο κρεμμύδι, σκληρό ζυμωτό ψωμί και τυρί
πρόβειο! Ταπεινά τα εδέσματα, αλλά οι γεύσεις αξεπέραστες, ανόθευτες, έτσι όπως
ακριβώς τις γνώριζα πριν κάποιες δεκαετίες και στην Ελλάδα.
Οι ώρες κυλούν γοργά και η κουβέντα καλά κρατεί. Ο ήλιος, όμως, που
αρχίζει να γέρνει δίνει το σύνθημα της αναχώρησης. Και όταν έρχεται η ώρα του
αποχαιρετισμού, η πλαστική σακούλα που παίρνω από τα χέρια της κυρά-Ζώγιας
είναι γεμάτη με φιλέματα: «τα φρούτα και τα λαχανικά είναι από τον κήπο μου. Σου
έχω επίσης και λίγο τυρί με ψωμί, για τον δρόμο. Καλό σου ταξίδι παιδί μου…». Λίγες
κουβέντες ακόμα, μια ζεστή αγκαλιά και ξεκινώ! Απομακρύνομαι γοργά. Ο χρόνος
είναι εχθρός. Ένιωθα όμως κάτι μέσα μου να με βασανίζει. Παραδόξως, έφευγα από
αυτόν τον τόπο με περισσότερες ερωτήσεις από αυτές που έφερα!

Γεωργιανή καλλονή










Ήταν μια αποκάλυψη! Απρόσμενα γοητευτική, με κρυφές χάρες και ελκυστικές
παραστάσεις κυριολεκτικά με αιφνιδίασε, κερδίζοντας αμέσως μια θέση στην
καρδιά μου. Ο λόγος για την χαμογελαστή γεωργιανή καλλονή που ακούει στο
όνομα …Τιφλίδα! Ήταν ένας έρωτας που ξεκίνησε με την πρώτη «ματιά», από
το πρώτο κιόλας χιλιόμετρο. Ο κεντρικός δρόμος που με οδήγησε στην αγκαλιά
της ακολουθούσε αρχικά πορεία παράλληλη με την κοίτη του ποταμού Mktvari,
προσφέροντας έτσι τη δυνατότητα για μια πρώτη ονειρική επαφή με την γεωργιανή
πρωτεύουσα.
Με φόντο έναν καταγάλανο ουρανό, εκκλησίες, νεοκλασικά κτίσματα και
πυκνοφυτευμένες δεντροστοιχίες καθρεπτίζονταν στα ακύμαντα νερά του ποταμού,
αποκαλύπτοντας ένα παραμυθένιο σκηνικό που έμοιαζε με τον πίνακα ενός
τοπιογράφου του 18ου αιώνα! Πριν ακόμα καταλύσω σ’ ένα ξενοδοχείο, σκέφτηκα
ειλικρινά να κλειδώσω κάπου τη μοτοσυκλέτα με τις αποσκευές και να περπατήσω
στους κεντρικούς δρόμους της πόλης. Τόσο έντονη και άμεση ήταν η επιθυμία μου να
γνωρίσω την γεωργιανή καλλονή της Υπερκαυκασίας.



Απλωμένη πάνω στις χαμηλές λοφώδεις πλαγιές που κατεβαίνουν απαλά μέχρι
τις όχθες του ποταμού Mktvari, η Τιφλίδα βρίσκεται στο συγκεκριμένο γεωγραφικό
χώρο από το 455 μ.Χ., χρονολογία κατά την οποία ο Γεωργιανός βασιλιάς Βαχτάνγκ
Γκοργκασάλι έβαλε τη θεμέλιο λίθο της. Μήλο της έριδος για πολλούς κατακτητές
(Βυζαντινούς, Άραβες, Τούρκους και Πέρσες), η Τιφλίδα καταστράφηκε και ανοικοδομήθηκε αρκετές φορές, μέχρι που καταλύθηκε οριστικά από τους Ρώσους το 1799 και παραχωρήθηκε στη ρωσική αυτοκρατορία μαζί με ολόκληρη τη Γεωργία. Το 1921, στα πλαίσια της Ε.Σ.Σ.Δ, έγινε πρωτεύουσα της Υπερκαυκασίας,έναν τίτλο που διατήρησε μέχρι το 1936, οπότε και χρίστηκε πρωτεύουσα της
Ομόσπονδης Σοβιετικής Δημοκρατίας της Γεωργίας. Σπουδαίο συγκοινωνιακό και
εμπορικό κέντρο της Υπερκαυκασίας σήμερα, η Τιφλίδα αποτελεί επίσης την έδρα
των σημαντικότερων πνευματικών ιδρυμάτων της χώρας, συνεχίζοντας έτσι την
μακραίωνη πολιτιστική της παράδοση.



Απάντηση στο ερώτημα: «Ποια είναι τα στοιχεία της ταυτότητας αυτής της πόλης;»
προσπαθώ να δώσω μέσα στις επόμενες τρεις μέρες που μένω στην Τιφλίδα. Εκτός
από το φυσικό της περιβάλλον, στοιχεία ταυτότητας της γεωργιανής πρωτεύουσας
αποτελούν αναμφίβολα οι αρχιτεκτονικές μνημειακές μαρτυρίες που βρίσκονται
σε «θέση παρέλασης» κατά μήκος της κεντρικής λεωφόρου Rustaveli και σκορπούν
έντονα το άρωμα της Ιστορίας στην ατμόσφαιρα. Το Κυβερνητικό Μέγαρο, η Όπερα,
η Δραματική Σχολή, το Εθνικό-Λαογραφικό Μουσείο και η παραδοσιακή εκκλησία
Kvashveti φροντίζουν να δώσουν μια πειστική απάντηση στο ερώτημα που με
ταλανίζει. Την ίδια φυσικά απάντηση μου δίνει και η παλαιά πόλη της Τιφλίδας, με
τα στενά σοκάκια, τις πετρόκτιστες εκκλησίες και τις κατοικίες ανατολίτικου τύπου
που διαθέτει.



Σε μια πόλη ανεξάντλητη και ζωντανή όπως η Τιφλίδα, οι κάτοικοί της δεν
μπορούν παρά να είναι παθιασμένοι με τη ζωή. Είναι κάτι που το βλέπω παντού,
σε κάθε μου βήμα, σε κάθε πτυχή της καθημερινότητάς τους. Ακόμα και οι νύχτες
εδώ είναι διαφορετικές: έντονες, κοσμοπολίτικες, αισθησιακές. Και οι τρεις νύχτες
που περνώ στην Τιφλίδα, με βρίσκουν όρθιο –μ’ ένα ποτήρι βότκα στο χέρι– να
διασκεδάζω σε διάφορα μπαρ του κέντρου. Κάθε βράδυ στην Τιφλίδα είναι και μια
αξέχαστη γιορτή…

Γόρδιος δεσμός

Όποιος πάντως επιλέξει να ταξιδέψει στην Γεωργία δεν πρέπει να είναι βιαστικός
ή απληροφόρητος. Και πολύ περισσότερο, δεν πρέπει να είναι διψασμένος για ήλιο,
θάλασσα και ξενοιασιά. Τουρισμός με την συνήθης έννοια στην Υπερκαυκασία δεν
υφίσταται. Όποιος όμως αποφασίσει να περάσει τα σύνορα της Γεωργίας, σίγουρα
επιλέγει αυτό το ταξίδι σαν μέσο για να γνωρίσει, να μάθει, να καταλάβει τι ακριβώς
συμβαίνει σ’ αυτό το πολυτάραχο κομμάτι της Υπερκαυκασίας, που αρκετά συχνά
αποτελεί είδηση στα τηλεοπτικά δελτία.
Οι τρεις απόπειρες δολοφονίες του προέδρου της χώρας, η αποσχισθείσα γεωργιανή
επαρχία της Αμπχαζίας, οι εθνικιστικές ταραχές, η ρωσική εισβολή του 2008, οι
Αμπχάζιοι αυτονομιστές, η διακριτική παρουσία του ΝΑΤΟ και οι διερχόμενοι
αγωγοί πετρελαίου του Αζερμπαϊτζάν, απαρτίζουν έναν αρκετά πολύπλοκο –και
πολλές φορές κυριολεκτικά εκρηκτικό– γεωπολιτικό «γόρδιο δεσμό», που χρόνια
τώρα αναζητά το δικό του Μεγαλέξανδρο.
Με όλα αυτά κατά νου, εγκατέλειπα εκείνο το πρωινό την Τιφλίδα με προορισμό
την Τουρκία – και στη συνέχεια για Ελλάδα. Ο περιορισμένος χρόνος που είχα
στη διάθεσή μου δεν επέτρεπε να παραμείνω περισσότερο στην Γεωργία. Κρίμα,
γιατί πραγματικά ήθελα να εξερευνήσω πιο διεξοδικά τούτο το κομμάτι της
Υπερκαυκασίας, προκειμένου να αποφανθώ αν η «οπτική γωνία» της Γεωργίας είναι
όντως διαφορετική από εκείνη άλλων χωρών. Λίγη υπομονή λοιπόν, μέχρι να βρεθώ
και πάλι στον Καύκασο…



…………………………………………………………………………..

ΒΟΧ
Το όνομα του Αζερμπαϊτζάν

Η ονομασία του Αζερμπαϊτζάν προέρχεται από τον Ατροπάτη, Πέρση σατράπη
της αυτοκρατορίας των Αχαιμενιδών. Ο Ατροπάτης κυβέρνησε την περιοχή της
Ατροπατάνης (το σημερινό ιρανικό Αζερμπαϊτζάν) και αργότερα έγινε σατράπης της
Μηδείας από τον Μέγα Αλέξανδρο. Εικάζεται ότι η αρχική ετυμολογία του ονόματος
προέρχεται από την αρχαία περσική θρησκεία του ζωροαστρισμού, καθώς στον
ύμνο του Άγγελου φύλακα αναφέρεται η φράση «âterepâtahe ashaonô fravashîm
ýazamaide», η οποία μεταφράζεται ως «λατρεία του αγίου Ατάρε-πατά».

Ελληνικές αρχές στο Αζερμπαϊτζάν και στη Γεωργία

Για να ξέρετε πού να απευθυνθείτε, σε περίπτωση ανάγκης:
1) Ελληνική Πρεσβεία Μπακού: Caspian Plaza III, 9th floor,44 Jafar Jabbarli str.
Τηλ.: (0099412) 4920119, fax: (0099412) 4924835, τηλ. έκτακτης ανάγκης: 00994 77
277 4501, e-mail: gremb.bak@mfa.gr, web Site: http://www.mfa.gr/baku.
2) Ελληνική Πρεσβεία Τιφλίδας: Tabidze 37d, 0179 Tbilisi.Τηλ.: (00995322)
914970-74, fax: (00995322) 914980, τηλ. έκτακτης ανάγκης: 00995 595 339299, e-
mail: gremb.tbi@mfa.gr, web-Site: http://www.greekembassy.ge.
3) Ελληνικό Προξενικό Γραφείο Τιφλίδας: Andrea Razmadze 40, 0179
Tbilisi.Τηλ.: (00995322) 938981 941224, fax: (00995322) 250791, e-mail:
grcon.tbi@mfa.gr

Κόστος ύπνου και φαγητού

Ένα ταξίδι στο Αζερμπαϊτζάν και στην Γεωργία δεν είναι ακριβό, ιδιαίτερα στο
θέμα του φαγητού και του ύπνου. Υπολογίστε από 5–8 ευρώ το άτομο για φιλοξενία
σε σπίτι (home stay), ένας αρκετά διαδεδομένος τρόπος διανυκτέρευσης στην
περιοχή, που περιλαμβάνει συνήθως ένα ή περισσότερα γεύματα. Για ένα αξιοπρεπές
δωμάτιο ξενοδοχείου (midrange) να υπολογίζεται από 20–40 ευρώ το δίκλινο, ένα
οικονομικό γεύμα (ανά άτομο) στοιχίζει 2–5 ευρώ και ένα γεύμα σε εστιατόριο 6–9
ευρώ.

Το χρώμα του χρήματος

Το εθνικό νόμισμα του Αζερμπαϊτζάν είναι το Manat (AZR) και η ισοτιμία είναι
1 ευρώ = 1,05 AZN. Το εθνικό νόμισμα της Γεωργίας είναι το Lari (GeL) και η
ισοτιμία είναι 1 ευρώ = 2,23 (GeL). Μπορείτε να ανταλλάξετε τα ευρώ σας σε
ανταλλακτήρια συναλλάγματος, τράπεζες και μεγάλα ξενοδοχεία.
Νεότερη ανάρτηση Παλαιότερη Ανάρτηση Αρχική σελίδα

0 σχόλια: